Δέσποινα Μάη, Εκπαιδευτικός
«Για
να υπάρξει θέατρο, είναι απαραίτητη η συνεύρεση σε ορισμένο, συμφωνημένο τόπο
και χρόνο, ιδεατών ηρώων, σάρκινων εκτελεστών, συγκεκριμένων δεκτών» (Νικηφόρος
Παπανδρέου, Περί θεάτρου, University Studio Press, Θεσσαλονίκη, 1989 σ.
12). Συμπληρωματικά υπάρχει και το κείμενο. Αυτό που πραγματοποιήθηκε στον Λάπα
στις 22 και 24 Ιουνίου του 2018 δεν είναι κάτι ούτε περισσότερο ούτε λιγότερο από ότι
ορίζεται πιο πάνω ως υποχρεωτική συνθήκη του θεάτρου. Στην αίθουσα εκδηλώσεων
του Δημοτικού Σχολείου φιλοξενήθηκε η παράσταση από τη θεατρική ομάδα του
Γυμνασίου του έργου των Α. Γιαλαμά και Κ. Πρετεντέρη «Η κόμισσα της φάμπρικας» (Εστία, Αθήνα, 2007) σε διασκευή. Σε ένα
εγχειρίδιο-Οδηγό Πολιτιστικών Εκδηλώσεων επίσημου φορέα εκπαίδευσης, όπως είναι
το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, μια τέτοια «δράση» εντάσσεται σε τίτλους-πλαίσια
όπως «Σχολείο και Κοινωνία» και «Σχολείο και επαφή με την Τέχνη». Όμως εμείς,
με τον τρόπο με τον οποίο έχουμε εμπλακεί, προτιμάμε αντίστοιχα ως
προσδιοριστικά πλαίσια τα: «Σχολείο εκεί που ζούμε μαζί» και «Σχολείο εκεί που
ζούμε καλά μαζί». Κανείς βέβαια από τους «δράστες» δεν θεωρεί ότι η δράση αυτή
προσφέρει κάτι σημαντικό στο θέατρο ως μορφή τέχνης. Άλλωστε, δεν ήταν αυτός ο
στόχος. Το ζητούμενο ήταν να έρθουμε με βιωματικό τρόπο όλοι οι συμμετέχοντες -μαθητές,
εκπαιδευτικοί, γονείς και γενικότερα ο κοινωνικός περίγυρος- σε επαφή με τα
βασικά συστατικά στοιχεία του θεάτρου.
Πιο
συγκεκριμένα, και πρώτα πρώτα, να αξιοποιήσουμε τον ομαδικό του χαρακτήρα. Με αυτό εννοούνται δύο πράγματα.
-
Το πρώτο
είναι η συλλογικότητα: όλα τα μέλη της ομάδας έκαναν πράξη την ομαδοσυνεργατική
μέθοδο (την οποία το σημερινό σχολείο υποτίθεται ότι ενισχύει ενώ υπονομεύει,
αξιολογώντας τους μαθητές ατομικά και ενισχύοντας με διάφορες «αμοιβές» την ανταγωνιστικότητα μέσα σε μία έτσι κι
αλλιώς ανταγωνιστική κοινωνία), καθώς
συνεργάστηκαν για να ανεβεί η παράσταση κι ενισχύθηκαν από την
ενθουσιώδη συμβολή σχολικών και άλλων τοπικών φορέων, αλλά και μεμονωμένων κατοίκων
της περιοχής.
-
Το δεύτερο
είναι η συντροφικότητα: ο τρόπος πρόσληψης των παραστάσεων από το πολυπληθές
κοινό -αποτελούμενο από μικρούς και μεγάλους, με άμεση ή έμμεση σχέση με το
σχολείο, από νυν και πρώην κατόχους της ιδιότητας του μαθητή, του κηδεμόνα, του
εκπαιδευτικού, του διευθυντή ή και από απλώς πολίτες της περιοχής- θύμιζε
γιορτή. Κι αν ισχύει αυτό που λένε οι θεατρολόγοι, ότι δηλαδή η ποιότητα της
συγκίνησης και της συμμετοχής των θεατών είναι ανάλογη με την ποσότητα των
τελευταίων, τότε αναδείχτηκε ένα ακόμη θεμελιώδες χαρακτηριστικό του θεάτρου σε
σχέση με το κοινό. Και από την ομαδική ευαισθησία εισπράχθηκε, ότι κάτι έγινε
για χάρη τους μία μοναδική και ανεπανάληπτη φορά, όπως συμβαίνει με όλες τις
θεατρικές παραστάσεις, αλλά σε αυτή την περιοχή σπάνια.
Έτσι οδηγούμαστε στο δεύτερο βασικό συστατικό
στοιχείο του θεάτρου, που είναι ο
εφήμερος και ανεπανάληπτος χαρακτήρας του. Οι μαθητές που έλαβαν μέρος στις
δύο παραστάσεις και οι θεατές που παρακολούθησαν την πρώτη ή τη δεύτερη ή, στην
πλειονότητά τους, και τις δύο βίωσαν και συνειδητοποίησαν καθαρά αυτή την
ιδιαιτερότητα.
Τέλος, η συνύπαρξη πολλών
καλλιτεχνικών γλωσσών σε αυτή τη δράση και η προσπάθεια αφομοίωσής τους σε
ένα αρμονικό σύνολο, πράγμα για το οποίο συνεργάστηκαν εκπαιδευτικοί με διάθεση
όχι να διεκπεραιώσουν αλλά να δημιουργήσουν και να περάσουν ωραία – δηλαδή να
ζήσουν καλά μαζί – είναι ένα τρίτο γνώρισμα του θεάτρου που αναδείχθηκε.
Άραγε,
υπάρχει ανάγκη να γίνει λόγος για τα οφέλη που αποκόμισαν οι μαθητές από την
εμπλοκή τους σε αυτή τη δράση; Σε μία εποχή στην οποία η πραγματική ζωή
υποχωρεί τόσο γρήγορα μπροστά στην εγκαθίδρυση της εικονικής μέσα από την
οποιασδήποτε μορφής οθόνη, ναι! Υπάρχει! Γιατί οι έφηβοι μαθαίνουν ότι «εμπλέκομαι
και παρεμβαίνω ενεργά» δεν σημαίνει ψηφίζω τον «προτεινόμενο για αποχώρηση»
αλλά αναλαμβάνω ευθύνη και συν-εργάζομαι. Ότι «εκτίθεμαι» δεν σημαίνει κρύβομαι
πίσω από τον «τοίχο» στο Facebook ούτε είμαι μόνο κριτής ούτε, κυρίως, ότι
κρινόμενος εμφανίζομαι αψεγάδιαστος, αλλά ότι είμαι αυτός που είμαι με σάρκα
και οστά πάνω στο σανίδι, με το υπό διαμόρφωση ακόμη και άχαρο πολλές φορές
σώμα μου, με την ακμή της εφηβείας, με την περίεργη λόγω μεταφώνησης φωνή μου,
τα φάλτσα μου αλλά και τα σωστά μου, τον ιδρώτα μου, το άγχος μου αλλά και την
τρελή χαρά μου. Με ένα λόγο, ότι είμαι αληθινός. Μαθαίνουν, τέλος,
συμμετέχοντας ότι το ρίσκο που παίρνουν δεν είναι ψεύτικο με εξασφαλισμένο από
πριν ένα καλό αποτέλεσμα, αλλά είναι πραγματικό. Κι αφού σε μια παράσταση
ενδέχεται ανά πάσα στιγμή να καταστραφεί το αισθητικό αποτέλεσμα, ότι πρέπει να
αγωνιστούν πραγματικά για να μη συμβεί αυτό και, αν συμβεί, όχι να
«αποχωρήσουν» αλλά να μείνουν και να το διαχειριστούν.
Όμως,
και για όλους τους παρευρισκόμενους το κέρδος ήταν σημαντικό αφού η
αλληλεπίδραση έγινε δια ζώσης κι όχι
πίσω από μια οθόνη, τα συγχαρητήρια δόθηκαν με χείλη, χαμόγελα και μάτια
κι όχι με «like» και η συγκίνηση εκδηλώθηκε με αληθινά δάκρυα κι όχι με «φατσούλες».
Να
μια ενδιαφέρουσα ιστορία: στη Λιθουανία κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου
Πολέμου στο γκέτο της Βίλνα, μία Εβραία έφτιαξε μόνη της ένα θέατρο. Κρατούσε
κρυφά από την καθημερινή μερίδα του ψωμιού της λίγη ψίχα και με αυτήν έπλαθε
μικροσκοπικές κούκλες. Με αυτές, κάθε βράδυ, σε μια μικρή σκηνούλα έπαιζε
θέατρο μπροστά σε θεατές πεινασμένους και προορισμένους για εκτέλεση, όπως και
η ίδια... Δεν αναζητά κανείς αναλογίες μεταξύ της κατάστασης που περιγράφεται
σε αυτήν την ιστορία και της δικής μας, τον τόπο, τον χρόνο και τις συνθήκες
μας. Όμως, τι μας λέει αυτή η ιστορία; Ό,τι είχε συμπυκνώσει ο Κάρολος Κουν στη
γνωστή του φράση: «κάνουμε θέατρο για την ψυχή μας». Η καταγραφή όλης αυτής της
εμπειρίας τόσο στην εφηβική μνήμη όσο και στη δική μας, των ενηλίκων, σε μία
περιοχή και σε μία κοινωνία γενικά στερημένη από τέτοια γεγονότα, αλλά και οι
ανάλογες δράσεις από άλλα σχολεία της Δυτικής Αχαΐας τα τελευταία χρόνια και η
επιθυμία για συνέχιση που εκφράστηκε από πολλές πλευρές λένε πολλά. Εμείς, οι
εκπαιδευτικοί που εργαζόμαστε εδώ, είναι σημαντικό να συνειδητοποιούμε ότι οι
δράσεις, οι οποίες – ίσως και από σκοπιμότητα – πλαισιώνονται θεσμικά ως τρόποι
σύνδεσης του σχολείου με την τοπική κοινωνία, αποκτούν νόημα όχι όταν οδηγούν
σε Βεβαιώσεις Υλοποίησης προγραμμάτων οι οποίες θα ενισχύσουν τον Ατομικό μας
Φάκελο για την ώρα της Αξιολόγησης, αλλά όταν πραγματοποιούνται σε ένα «Σχολείο
εκεί που ζούμε καλά μαζί» και «για την ψυχή μας».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου