Τετάρτη 10 Μαΐου 2017

Οι αποθήκες των ονείρων


Η κρατική παρέμβαση για τη σταφίδα, η προϊστορία και η λειτουργία του Οργανισμού

Του Δημήτρη Στεμπίλη,
Δημοσιογράφου, MSc Σύγχρονης Ιστορίας και Διεθνών Σχέσεων


Από μικρό παιδί, είτε πηγαίνοντας στο σχολείο, που περνούσα μπροστά από κάτι τεράστιες, όπως μου φαίνονταν τότε, αποθήκες, είτε πηγαίνοντας από την Κάτω Αχαΐα στην Πάτρα, που παρατηρούσα στο ύψος του Αλισσού ένα μπλοκ αποθηκών, είτε επειδή την περίοδο του τρύγου ο παππούς μού κρατούσε το καλύτερο τσαμπί, γνώρισα τη σταφίδα και άκουσα το αρκτικόλεξο ΑΣΟ. Ενήλικος πια, τα «Πριμαρόλια» της Αθηνάς Κακούρη μου κίνησαν εκ νέου το ενδιαφέρον για το ελληνικό μαύρο χρυσάφι.
Από τα πρώτα χρόνια του νέου ελληνικού κράτους το ζήτημα της διανομής γης και συγκεκριμένα των «εθνικών γαιών» αποτέλεσε το κύριο αίτημα σε οικονομία και κοινωνία, κατεξοχήν αγροτική. Το νεοσύστατο και φτωχό μικρό ελληνικό βασίλειο, με νομοθετικές, αν και σπασμωδικές, πρωτοβουλίες προσπάθησε μέχρι το 1871, που έγινε μεγάλης έκτασης εκχώρηση των «εθνικών γαιών», να δώσει λύσεις στο μεγάλο αυτό ζήτημα. Το 1835, με την εφαρμογή του νόμου Περί προικοδοτήσεως των ελληνικών οικογενειών, πωλούνται σε ιδιώτες σημαντικές εκτάσεις των «εθνικών γαιών». Η καλλιέργεια της σταφίδας αρχίζει αργά αλλά σταθερά να μονοπωλεί την αγροτική παραγωγή. Το 1851 η παραγωγή κορινθιακής σταφίδας φτάνει τους 26.000 τόνους, ενώ 12 χρόνια αργότερα, το 1863, θα φτάσει τους 58.000 τόνους, ποσότητα που αντιστοιχούσε στο 60% των ελληνικών εξαγωγών και ισοδυναμούσε με το 160% της αξίας του εισαγόμενου σίτου και με περισσότερο από το 80% της αξίας της εθνικής σιτοπαραγωγής.1


Σιδηροδρομικός σταθμός Κάτω Αχαΐα 

Η επιτυχία της σταφίδας ως εξαγωγικού προϊόντος θα κατευθύνει τους Έλληνες παραγωγούς της Βόρειας και Δυτικής Πελοποννήσου στη μονοκαλλιέργεια και το ελληνικό εξωτερικό εμπόριο στο μονοεξαγωγικό μοντέλο, με πολλαπλά αποτελέσματα για όλη την ελληνική κοινωνία. Το εξαγωγικό εμπόριο θα «χρηματοδοτήσει» τον εποικισμό της ΒΔ Πελοποννήσου, κάτι, ωστόσο, που δεν αποτελεί μόνο ελληνικό φαινόμενο. Ο μεγάλος Γάλλος ιστορικός Fernand Braudel στο έργο του για τη Μεσόγειο έχει επισημάνει ότι «εξαγωγικές μονοκαλλιέργειες, όπως ο καπνός, το βαμβάκι και άλλα εξαγωγικά προϊόντα, αποτέλεσαν το βασικό κίνητρο και έδωσαν την ώθηση για τον εποικισμό πολλών παραθαλάσσιων πεδιάδων που διαφορετικά θα ήταν ανέφικτο».2
Το κλείσιμο της γαλλικής αγοράς στα τέλη του 1892 και η ανάκαμψη το 1893 των γαλλικών αμπελώνων θα οδηγήσουν, όπως είναι γνωστό, στη σταφιδική κρίση, που αποτελεί και μια από τις κύριες αιτίες της πτώχευσης του ελληνικού κράτους την ίδια χρονιά. Το μόνο ευχάριστο είναι ότι θα σταθεί πηγή έμπνευσης για τον σατιρικό ποιητή Γεώργιο Σουρή, που θα γράψει:
«Κι αν λείψει κάθε φόρος της, κι ας βάλουν πιο μεγάλο
Εγώ ποτέ στο στόμα μου σταφίδα δεν θα βάλω
Και ούτε θέλω να την δω ποτέ μου σε τραπέζι
Κι ας κάνουν μόνο με αυτήν πουτίγκες οι Εγγλέζοι».3
Το ξέσπασμα της κρίσης και οι βαριές συνέπειές της, που φάνηκαν από την πρώτη στιγμή, θα δημιουργήσουν την ανάγκη για άμεση κρατική παρέμβαση. Πρώτο και σημαντικότερο μέτρο, που λαμβάνεται το 1895 και θα αποτελέσει το εργαλείο και τη βάση για όλες τις λύσεις που θα ακολουθήσουν αναφορικά με το σταφιδικό ζήτημα, ήταν το «παρακράτημα», ένας εξαγωγικός φόρος πληρωτέος σε είδος από τις εξαγωγές.4 Το Ελληνικό Δημόσιο παρακρατούσε κάθε χρόνο το 10%-25% στην εξαγωγή του προϊόντος για να αντιμετωπίσει την υπερπροσφορά. Το ποσοστό του παρακρατήματος οριζόταν κάθε χρονιά, το παρακρατούμενο προϊόν αποθηκευόταν και στη συνέχεια το αγόραζαν σε συμφέρουσα τομή οι βιομηχανίες οίνου και οινοπνεύματος.5 Το παρακράτημα θα αποτελέσει στοιχείο αντιπαράθεσης σε όλες τις φάσεις του σταφιδικού ζητήματος και θα καθορίσει την πολιτική των οργανισμών παρέμβασης για τη σταφίδα που βρίσκονταν έμμεσα υπό την εποπτεία του κράτους, το οποίο σε όλο τον 19o αιώνα είχε τον άμεσο έλεγχο της σταφίδας.

«Σταφιδική Τράπεζα» και «Ενιαία»
Το 1899 τη διαχείριση του παρακρατήματος θα αναλάβει η βραχύχρονης διάρκειας «Σταφιδική Τράπεζα». Ο πιστωτικός αυτός οργανισμός διαχειριζόταν κρατικά κεφάλαια με σκοπό τη χορήγηση πιστώσεων με ευνοϊκούς όρους. Το 1903 έγινε προσπάθεια να εγγυηθεί ελάχιστη τιμή στους σταφιδοπαραγωγούς, ωστόσο δεν ευοδώθηκε κυρίως λόγω της έλλειψης κεφαλαίων. Άλλος βασικός λόγος για την αποτυχία της «Σταφιδικής Τράπεζας» ήταν η απειρία της διοίκησής της και το γεγονός ότι δεν αντιδρούσε στις εξαιρετικά έντονες πολιτικές πιέσεις και την κομματική συναλλαγή.6
Στις 17 Ιουλίου 1905 ιδρύεται η «Προνομιούχος Εταιρία προς προστασίαν της παραγωγής και της εμπορίας της σταφίδος», η «Ενιαία» όπως έχει μείνει γνωστή. Η «Ενιαία» ήταν ιδιωτικού χαρακτήρα και συστήθηκε με κεφάλαια ομογενών κεφαλαιούχων οργανωμένων γύρω από την Τράπεζα Αθηνών, καθώς και Γάλλων και Βρετανών τραπεζιτών, που είχαν και την πλειοψηφία των μετοχών. Αναλάμβανε για 20 χρόνια και έναντι συμβατικών ανταλλαγμάτων την ασφάλιση της σταφιδαγοράς κατά της πτώσης των τιμών της σταφίδας πέραν κάποιων συγκεκριμένων ορίων.
Η λειτουργία και πρακτική της «Ενιαίας», που ουσιαστικά εξαρτιόταν από την πολιτική της Τράπεζας Αθηνών, προκαλούσε σημαντικές αντιδράσεις, κυρίως από τους σταφιδοπαραγωγούς. Αυτό που αποκαλούν επιτυχία της «Ενιαίας», ότι έδινε το παρακράτημα σε χαμηλή τιμή στην Εταιρεία Οίνων και Οινοπνευμάτων, που επίσης ανήκε στον όμιλο της Τράπεζας Αθηνών, για παραγωγή κρασιού και ποτών προς εξαγωγή, καθήλωσε τόσο τους σταφιδοπαραγωγούς όσο και τους σταφιδεμπόρους. Η «Ενιαία», άλλωστε, τη δεύτερη δεκαετία της ζωής της απολάμβανε μόνο τα δικαιώματά της, χωρίς να τηρεί τις συμβατικές της υποχρεώσεις. Έτσι, το 1914-1915 διεξάγεται κοινοβουλευτική έρευνα για αντικατάσταση της «Ενιαίας» από μη κερδοσκοπικό οργανισμό. Στο Γ΄ Πανελλήνιον Αγροτικόν Συνέδριον, που διεξήχθη στην Αθήνα στις 22 Μαΐου 1924, αντιπρόσωποι των συνεταιρισμών και διοικούντες των Πανελλήνιων Ομοσπονδιών των Γεωργικών Συνεταιρισμών ασκούν πολεμική κατά της «Ενιαίας» και ζητούν την ίδρυση νέου Οργανισμού.7 Ο πρωθυπουργός Αλέξανδρος Παπαναστασίου και ο υπουργός Γεωργίας Αλέξανδρος Μυλωνάς, που πιστεύουν στο συνεταιριστικό κίνημα, θα δρομολογήσουν τη διάδοχη κατάσταση.
Έπειτα από περίπου 20 χρόνια εκμετάλλευσης των παραγωγών, δημιουργίας πελατειακού συστήματος και ενίσχυσης κυρίως της Τράπεζας Αθηνών, το κράτος θα κηρύξει έκπτωτη την «Ενιαία». Την περίοδο 1924-1925 τη διαχείριση του παρακρατήματος θα αναλάβει η Εθνική Τράπεζα, μέχρι την ίδρυση του Αυτόνομου Σταφιδικού Οργανισμού (ΑΣΟ).

ΑΣΟ: Ο «ακροβάτης» της ελληνικής οικονομίας του Μεσοπολέμου
Η περίοδος του Μεσοπολέμου σε ό,τι αφορά στο σταφιδικό ζήτημα μπορεί να παρομοιαστεί με τη στερέωση και την αποκατάσταση ενός οικοδομήματος μετά από έναν καταστροφικό σεισμό, που όλοι γνωρίζουν ότι δεν θα πέσει μεν, αποκλείεται όμως να επανέλθει στην προτεραία του κατάσταση. Η δεινή οικονομική κατάσταση, η αγροτική μεταρρύθμιση και η ανάγκη αποκατάστασης των προσφύγων δημιούργησαν την ανάγκη για την ίδρυση κρατικών οργανισμών παρέμβασης για τη διοχέτευση της αγροτικής παραγωγής στην ελεύθερη αγορά, υπερπηδώντας το ενδιάμεσο στάδιο της εκμετάλλευσης από τους εμπόρους. Σε αυτή τη συγκυρία και λόγω των προσδοκιών για ενδεχόμενη επιστροφή στις παλιές καλές ημέρες δημιουργήθηκε το 1925 ο ΑΣΟ.
Ο ΑΣΟ ήταν ένα κράμα τριτοβάθμιας συνεταιριστικής οργάνωσης και εταιρικής ένωσης τύπου καρτέλ με νομική μορφή δημοσίου προσώπου κοινωφελούς σκοπού. Ο Β. Σιμωνίδης, πρώτος γενικός διευθυντής του Οργανισμού, μας δίνει έναν επιστημονικό ορισμό: ο ΑΣΟ είναι «αυτοτελής, χαρακτήρος υποχρεωτικού συνεταιρισμού οικονομική οργάνωσις της παραγωγής, ενεργούσα εκ παραλλήλου ως γεωργικόν Ταμείον Προνοίας, ως Καρτέλ ρυθμίζον την αγοράν, ως Συνδικάτον από κοινού εκμεταλλεύσεως, ως προστασία και συστηματοποίησις της εξαγωγής και διαδόσεως του προϊόντος, και ως Κεντρική τριτοβάθμιος συνεταιριστική οργάνωσις των σταφιδοπαραγωγών, υπό των οποίων και διοικείται κατά την σχετικώς μείζονα μερίδα, μετεχόντων εν τη διοικήσει και άλλων ενδιαφερομένων εις την διαχείρισιν του σταφιδικού παραγόντων, του δε Κράτους συμπράττοντος εις την εκτέλεσιν των πράξεων και αντιπροσωπευομένου εις την διοίκησιν της οργανώσεως, εποπτεύοντος δε και ελέγχοντος την όλην αυτής λειτουργίαν, λόγω των σπουδαίων διά την οικονομίαν της χώρας προνομίων τα οποία έχει ο Οργανισμός, διαδεχθείς την Προνομιούχον Ανώνυμον Εταιρίαν “Ενιαίαν”».8
Κύρια αποστολή του ΑΣΟ ήταν η εξισορρόπηση της προσφοράς προς τη ζήτηση της κορινθιακής σταφίδας «δι’ αγοράς ή παρακρατήσεως του πλεονάσματος», η διαφήμιση του προϊόντος και η εμπορική του αξιοποίηση και προώθηση. Ο Οργανισμός όφειλε να ασφαλίζει το προϊόν του συνεταιρισμού και μεριμνούσε για την οινοποίηση της χλωρής σταφίδας.9 Επιπλέον, ο ΑΣΟ, ως τριτοβάθμια συνεταιριστική οργάνωση, έπρεπε να ενισχύσει την τάση προς συνεταιριστική αποθήκευση και επεξεργασία του προϊόντος.10. Έτσι θα αρχίσει, έστω και με δυσκολίες, να επεκτείνεται το δίκτυο των αποθηκών σε όλη την Ελλάδα.
Αποθήκη ΑΣΟ στην Κάτω Αχαΐα σήμερα

Ένας από τους βασικούς επίσης σκοπούς του ΑΣΟ ήταν, όπως προαναφέραμε, η διαφήμιση. Σε μια περίοδο που η κατανάλωση και η ζήτηση της κορινθιακής σταφίδας είχαν μειωθεί «Η διαφήμισις της σταφίδος επιβάλλεται έστω και μόνον του σκοπού της διατηρήσεως της υπάρχουσας καταναλώσεως».11 Είχε προηγηθεί, σημειωτέον, η πλήρης παραμέληση του ζητήματος της διαφήμισης από την «Ενιαία», όπως αυτό προκύπτει από την εξώδικο δήλωση του εντεταλμένου συμβούλου του ΑΣΟ Β. Σιμωνίδη προς τους εκκαθαριστές της.12 Η διαφημιστική ενεργοποίηση του ΑΣΟ υπήρξε έντονη. Όσον αφορά στο εξωτερικό, η διαφήμιση στράφηκε κυρίως σε Αγγλία και Γερμανία. Στην Αγγλία επιλέχθηκε ο διαφημιστικός οίκος «Mother and Crowther» με τη μεσολάβηση της ελληνικής πρεσβείας στο Λονδίνο και του Έλληνα πρέσβη Κακλαμάνου και με διαφημιστικό σλόγκαν «Eat more Fruits».13 Στη δε Γερμανία το 1927 εκτυπώθηκαν και αναρτήθηκαν σε όλα τα αρτοποιεία με σύσταση των Germana (Σύνδεσμος Γερμανών Αρτοποιών) 80.000 διαφημιστικοί πίνακες με την επιγραφή «Korinthen geback ist nahr haft» (τα γλυκά από σταφίδα είναι θρεπτικά). Για τη διαφήμιση της σταφίδας το 1928 θα υιοθετηθούν κι άλλες δράσεις, όπως η παρουσία σε διεθνείς εκθέσεις, η απευθείας ενημέρωση των νοικοκυρών κ.ά.14 Το έτος 1929-1930 το συνολικό ποσό των διαφημιστικών πιστώσεων που θα εγκριθούν θα φτάσει τις 84.350 λίρες Αγγλίας, με τις 60.000 για τη βρετανική αγορά και τις 10.950 για τη γερμανική.15
Η διαφήμιση για τη σταφίδα από τον ΑΣΟ θα ακολουθήσει τις δυσμενείς οικονομικές εξελίξεις των πρώτων χρόνων της δεκαετίας τους 1930, καθώς και την υποχώρηση της αυτονομίας του ΑΣΟ υπέρ της Εθνικής Τράπεζας. Ο Δημήτριος Κόλλας, γιος του Μιχαήλ Κόλλα, ιδρυτή του μεγάλου εμπορικού σταφιδικού οίκου με υποκατάστημα στο Λονδίνο, με επιστολή του που έχει ημερομηνία 14 Απριλίου 1931 εκφράζει την ανησυχία του στον Παναγή Βουρλούμη, υπουργό Εθνικής Οικονομίας της κυβέρνησης Βενιζέλου και σταφιδοεξαγωγέα, για τον περιορισμό της διαφήμισης.
 Από τον Ιούλιο του 1931 θα υπάρξει δραστική περικοπή των δραστηριοτήτων του ΑΣΟ.16


Ο ΑΣΟ, παρά τις όποιες επικρίσεις, κατάφερε το πρώτο διάστημα της λειτουργίας του να εξισορροπήσει τα πράγματα και να βοηθήσει στο μέτρο του δυνατού τους σταφιδοπαραγωγούς. Αυτό φαίνεται και από την έντονη αντίδραση των εμπόρων-βιομηχάνων σταφίδας που ξεκινά το 1927. Ενδεικτικό παράδειγμα της προσπάθειας δημιουργίας κλίματος εναντίον του ΑΣΟ είναι η ερώτηση που κατέθεσαν στη Βουλή για δήθεν «αντεθνική και αντιβιομηχανική ενέργεια» του διευθυντή του ΑΣΟ Β. Σιμωνίδη οι άσχετοι με την κορινθιακή σταφίδα βουλευτές Μυτιλήνης Καραπαναγιώτης και Λαίλιος, Αθηνών Λαδάς και Μπαμπάκος και Έβρου Χατζηλίας. Το 1927 είναι μια χρονιά που θα υπάρξει μεγάλη διαμάχη ανάμεσα σε αγρότες και εμπόρους-βιομηχάνους.17 Σύμφωνα δε με τον Σιμωνίδη «Μόνον οι ωργανωμένοι σταφιδοπαραγωγοί, περιέβαλλον ευθύς εξαρχής το νεαρόν ίδρυμα με απόλυτην εμπιστοσύνην και φανατικήν υποστήριξιν, παρ’ όλας τας αντιδράσεις και παρ’ όλας τας διαφοράς των ενδιαφερομένων».18
Ο ΑΣΟ δεν θα καταφέρει να ξεπεράσει τις αντιφάσεις της ελληνικής οικονομίας και πολιτικής. Είναι χαρακτηριστικό ότι σε ένα προσχέδιο λόγου του Παναγή Βουρλούμη ο υπουργός έχει ανθολογήσει δύο αποσπάσματα από λόγο του Τρικούπη με ημερομηνία 4 Φεβρουαρίου 1894, που από τη μια αναφέρει ότι «ουδ’ επιτρέπεται εις την Πολιτείαν να παρεμβαίνη κανονίζουσα αύτη τους τρόπους καθ’ ους θ’ αναπτύσσηται εν τη Χώρα η παραγωγή είτε η γεωργική είτε η βιομηχανική είτε η εμπορική, ουδ’ είναι εφικτόν εις την Πολιτείαν και να επιχειρήση τοιούτον τι να εκτελέση» και από την άλλη ότι «Δεν πρέπει η Πολιτεία ν’ αφήση έκθετον την παραγωγήν εις τας ιδίας αυτής δυνάμεις (...) Η σταφιδάμπελος αφιεμένη εις την πρόνοιαν των ιδιοκτητλων, ήθελε καταστραφή».19
Η κυβέρνηση Βενιζέλου και ο Παναγής Βουρλούμης θα προωθήσουν τη συνεργασία του ΑΣΟ με την Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος, κάτι που θα οδηγήσει στον έλεγχο και την εκμετάλλευση του σταφιδικού οργανισμού από το πιστωτικό ίδρυμα. Με έγγραφο της 19ης Απριλίου 1930 ο Βουρλούμης ανακοινώνει ότι η κυβέρνηση «προήλθεν εις συμφωνίαν μετά της Εθνικής Τραπέζης της Ελλάδος, ήτις αναλαμβάνη την χρηματοδότησιν υμών προς εκπλήρωσιν των υποχρεώσεών σας και εις ποσόν επιτρέπον την εξασφάλισιν της τιμής αγοράς πλεονασμάτων των δραχμών τουλάχιστον δύο χιλιάδων κατά ενετικόν χιλιόλιτρον». Στον πρώτο όρο μάλιστα αναφέρει ότι «Παραχωρείται εκ μέρους του Κράτους εις την Εθνικήν Τράπεζαν το δικαίωμα “πρωτοπραξίας” των απαιτήσεων αυτής έναντι του ΑΣΟ προτιμωμένων εν περιπτώσει εκτελέσεως των απαιτήσεων του Δημοσίου»!20
Ο ΑΣΟ θα εξελιχθεί με τον καιρό σε πεδίο μάχης μεταξύ σταφιδοπαραγωγών και σταφιδεμπόρων, ενώ τη διετία 1934-1935 θα διοργανωθούν συλλαλητήρια που συγκρίνονται με αυτά του 1893-1903. Τον Αύγουστο του 1935, στην Πελοπόννησο και κυρίως στη Μεσσηνία θα γίνουν διαδηλώσεις και επεισόδια που θα βαφτούν με αίμα. Ήδη όμως η σταφίδα έχει πάρει οριστικά την κατιούσα και στον Μεσοπόλεμο ο καπνός αποτελεί πια την αιχμή του δόρατος στις ελληνικές εξαγωγές, κυρίως προς τη Γερμανία...

Στο Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο (ΕΛΙΑ) έχει κατατεθεί το Αρχείο του χημικού και επιθεωρητή του ΑΣΟ Παναγιώτη Λεονταρίτη. Τα έγγραφα που περιλαμβάνει αποτελούν κυρίως υπηρεσιακές αναφορές του, αφού κάνει ελέγχους σε όλη την Ελλάδα, ενώ υπάρχουν επίσης υπηρεσιακά έγγραφα που αφορούν στη διοικητική του εξέλιξη ή σε αιτήματα που έχει υποβάλει προς την υπηρεσία του. Ανάμεσα σ’ αυτά υπάρχουν αναφορές από την περίοδο της Κατοχής και του Εμφυλίου Πολέμου. Σε έγγραφό του προς τη διοίκηση του ΑΣΟ με ημερομηνία 17 Ιουνίου 1946 κατηγορεί, χωρίς να τεκμηριώνει τις αιτιάσεις του, ότι στην επιθεώρηση που έκαναν την προηγούμενη χρονιά (!) είχε «διαρπαγεί» από το ΕΑΜ το σύνολο της Σούμας από το υποκατάστημα Πύργου, καθώς και 20 βαρέλια από το υποκατάστημα Λεχαινών. Χωρίς να μπορούμε να βγάλουμε ασφαλή συμπεράσματα για τις προθέσεις του επιθεωρητή, το πνεύμα της αναφοράς σχετίζεται κατά πάσα πιθανότητα με την ατμόσφαιρα του Εμφυλίου, που έχει ήδη ξεσπάσει.
1. Αλέξης Φραγκιάδης, Ελληνική οικονομία 19ος-20ός αιώνας, Από τον Αγώνα της Ανεξαρτησίας στην Οικονομική και Νομισματική Ένωση της Ευρώπης, Νεφέλη Ιστορία, Αθήνα 2007, σελ. 75.
2. Ό.π., σελ. 77.
3. https://sarantakos.wordpress.com/2011/08/08/stafida/
4. Mark Mazower, Η Ελλάδα και η οικονομική κρίση του Μεσοπολέμου, ΜΙΕΤ, Αθήνα 2002, σελ. 117-118.
5. Αλέξης Φραγκιάδης, ό.π., σελ. 87.
6. Αλέξης Φραγκιάδης, ό.π., σελ. 87 και Ο Αυτόνομος Σταφιδικός Οργανισμός και αι εργασίαι του κατά το πρώτο έτος 1925-1926, Μελέτη του Β. Σιμωνίδη, Γενικού Διευθυντού του Σταφιδικού Οργανισμού, μετά στατιστικών πινάκων και γραφικών διαγραμμάτων, Αθήναι 1927.
7. Β. Σιμωνίδης, ό.π.
8. Ό.π., σελ. 49.
9. Οικονομική ιστορία του Ελληνικού Μεσοπολέμου, Αγροτική οικονομία, Κρατικές παρεμβάσεις, ιστοσελίδα Ιδρύματος Μείζονος Ελληνισμού, http://www.ime.gr/projects/interwar_economy/gr/opsis_oikonomias/index313.html.
10. Β. Σιμωνίδης, ό.π., σελ. 123.
11. Β. Σιμωνίδης, ό.π., σελ. 82.
12. Έγγραφο με ημερομηνία 31 Αυγούστου 1925, Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών και Μελετών Ελευθέριος Κ. Βενιζέλος, Ψηφιακό Αρχείο.
13. Β. Σιμωνίδης, ό.π., σελ. 84.
14. Η ιστορία της Σταφίδας, Μια πριγκίπισσα στο διάβα των αιώνων, εκδόσεις Έφεσος, Κουνινιώτης 1876, σελ. 158.
15. Αρχείο Παναγή Βουρλούμη, Φ. 1, Σταφιδικά – ΑΣΟ / υπουργός Εθνικής Οικονομίας, Οικονομικά ΑΣΟ, Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο – ΕΛΙΑ.
16. Ό.π.
17. Αριστ. Ν. Κλήμη, Οι συνεταιρισμοί στην Ελλάδα, Ιστορική αναστήλωση - παρουσίαση μέσα στην καθημερινή πραγματικότητα και ανθολογία από τα βασικά - χαρακτηριστικά κείμενα, τόμος δεύτερος, 1923-1934/35, Από τη Μικρασιατική Καταστροφή μέχρι την ίδρυση της Πανελληνίου Ομοσπονδίας Γεωργικών Συνεταιρισμών, έκδοση της ΠΑΣΕΓΕΣ, Αθήνα 1988.
18. Β. Σιμωνίδης, ό.π.
19. Αρχείο Παναγή Βουρλούμη, ό.π.
20. Αρχείο Παναγή Βουρλούμη, ό.π.





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου